200 + 1 χρόνια από
την Επανάσταση του 1821,
ο Φιλελληνισμός και o Οξυνειώτης ήρωας του 1821,
Εκτός αυτού δημιουργήθηκε ένας δυνατός πανευρωπαϊκός και παγκόσμιος ενθουσιασμός γι’ αυτήν την εξέγερση και μια προθυμία για υποστήριξη των ελλήνων αγωνιστών, ο Φιλελληνισμός. Ήδη την άνοιξη του 1821 αναχώρησαν εθελοντές από τα ευρωπαϊκά κράτη για την Ελλάδα που ήθελαν να συμβάλλουν προσωπικά στον απελευθερωτικό αγώνα. Πολλοί απ΄ αυτούς προσέφεραν τις υπηρεσίες τους ως έμπειροι στον πόλεμο αξιωματικοί, ιατροί, άλλοι απογοητεύθηκαν από την εδώ δύσκολη κατάσταση. Ο γνωστότερος φιλέλληνας ήταν ο Λόρδος Βύρων.
Η έκρηξη της επανάστασης μπορεί να περιγραφεί σαν βόμβα στις ευρωπαϊκές βασιλικές αυλές. Έπαθαν πανικό γιατί έβλεπαν το οικοδόμημα της Ιεράς Συμμαχίας να ραγίζει και να εξαπλώνεται ο ενθουσιασμός των λαών γι’ αυτή την απόφαση των Ελλήνων να απελευθερωθούν ή να πεθάνουν. Ο ελληνικός απελευθερωτικός αγώνας εξελίχθηκε σε ε-πα-νά-στα-ση, σε ανατρεπτική πράξη, γιατί για πρώτη φορά στον 19ο αιώνα το 1827 δε διορίστηκε ο αρχηγός κράτους κληρονομικά όπως οι βασιλιάδες, αλλά ο Καποδίστριας εξελέγη από εκπροσώπους του λαού και πραγματοποιήθηκε η διάκριση των τριών εξουσιών! Ήδη στο πρώτο ελληνικό σύνταγμα καταργήθηκε η δουλεία, δεν υπήρχαν σκλάβοι, «ο άνθρωπος ούτε πουλιέται ούτε αγοράζεται, είναι εκ γενετής ελεύθερος». Επομένως ένα φάντασμα κυκλοφορούσε στα ευρωπαϊκά βασιλικά παλάτια – το φάντασμα της δημοκρατικοποίησης!
Σε αμέτρητες γωνιές του κόσμου, από τις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την
Αϊτή μέχρι την Καλκούτα, δημιουργήθηκαν σύλλογοι και επιτροπές υπέρ των επαναστατημένων Ελλήνων. Ένας από αυτούς, αν όχι ο πρώτος των πρώτων, αλλά ο μακροβιότερος ήταν ο „Φιλελληνικός Σύλλογος Νυρεμβέργης“.
Μετά από 7 χρόνια αγώνων και θυσίας κατέστη δυνατόν, ένα μικρό τμήμα του ελληνόφωνου χώρου να απελευθερωθεί και να
αποτελέσει το πρώτο εθνικό κράτος της Ευρώπης, στη νότια Ελλάδα μέχρι τη γραμμή Λαμίας – Άρτας.
Επειδή ο ελληνικός λαός γονατίζει μόνο για να τιμήσει τους νεκρούς του, έτσι και εμείς λυγίζουμε με σεβασμό το γόνυ για να τιμήσουμε αυτούς που έδωσαν το αίμα τους για να έχουμε εμείς οι Έλληνες μια ελεύθερη πατρίδα.
Ο Νάσιος Μάνδαλος
Στα πλαίσια της επετείου της 25ης Μαρτίου τιμούμε ήρωες από διάφορα μέρη της Ελλάδας που έγιναν πανελλαδικά γνωστοί, π.χ. ο Γέρος του Μοριά Θ. Κολοκοτρώνης, Γ. Καραϊσκάκης, Μιαούλης, Αθ. Διάκος, Παπα-Θύμιος Βλαχάβας και τόσοι άλλοι.
Διερωτήθηκα αν κι εμείς οι Χασιώτες έχουμε κάποιον τοπικόν ήρωα του 1821. Ανακάλυψα σε αρχεία ότι ένας άγνωστος μέρχι τώρα, ο Οξυνειώτης, τότε έλεγαν, ο Μερτσιώτης Νάσιος Μάνδαλος αξίζει να καταταγεί δίπλα στους ήρωες που προανέφερα. Ποιος ήταν ο Νάσιος Μάνδαλος;
Σύμφωνα με ιστορικές έρευνες ο Νάσιος Μάνδαλος γεννήθηκε το 1745 και πέθανε το 1855, δηλ. 110 χρονών! Ήταν τόσο γνωστό και σεβαστό πρόσωπο που τον προσφωνούσαν με το βαφτιστικό του
«Νάσιο»
(όχι Αθανάσιο). Καταγόταν από τη μεγάλη οικογένεια των Μανδαλαίων με τελική έδρα το χωριό μας με το τότε σλαβικό όνομα,
Μερίτσα. Πολλά δημοτικά
τραγούδια αναφέρονται στον κλεφταρματολό
Νάσιο, χωρίς να είναι σαφές, σε ποιον ακριβώς,
όπως «Νάσιου μ΄ , δὲν εἶχις πρὀβατα, Νάσιου μ΄, δὲν εἶχις γίδια...» ή «... Στὴν ἄκρη τὸ ποτάμι, ... βρίσκω τοῦ
Νάσου τὰ μαλλιὰ, τοῦ Νἀσου τὸ
κεφάλι...». Ο Νάσιος Μάνδαλος, με τους αγώνες και τη φήμη του, αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση
για νέους άνδρες, όπως στο τραγούδι «Θὰ πάρω τὸ τουφέκι μου, θὰ ζώσω τὸ σπαθί μου. ... νὰ
πάω νὰ βρῶ τοὺς κλέφτες,
... τὸν Μάνταλο...»
Ο Αθανάσιος (Νάσιος) Μάνδαλος καταγόταν από ευκατάστατη κλεφταρματολική οικογένεια της Μερίτσας (Οξύνειας) των Χασίων, έλαβε μέρος σε όλους τους απελευθερωτικούς αγώνες, ακόμα και στην Επανάσταση του 1854, και απεβίωσε στην Λαμία στις 9 Δεκεμβρίου 1855 σε ηλικία 110 ετών ... Ο πατέρας του, ο κλεφταρματολός Μάνδαλος, καταγόταν από την Κράτζοβα (ή Κριάτζοβα), ορεινή περιοχή μεταξύ Πίνδου και Χασίων, που ήταν ένα από τα οχτώ τμήματα του διοικητικού διαμερίσματος Τρικάλων επί Αλή πασά. Το σημαντικότερο χωριό στο τμήμα αυτό ήταν η Μερίτσα (Οξύνεια) Καλαμπάκας, ιδιαίτερη πατρίδα των κλεφταρματολών Μανταλαίων.
Ένα
έγγραφο των πέντε οπλαρχηγών της Θεσσαλίας του 1865 αναφέρει ότι: α) οι οικίες
των Μανδαλαίων βρίσκονταν στη Μερίτσα, και το Τσούγκουρο το είχαν τσιφλίκι τους, β) η υψηλή Πύλη δήμευσε τα ακίνητα κτήματα του Γιαννούλα
Μάνδαλου και του πατέρα του Νάσιου Μάνδαλου,
δηλ. «...ὁλόκληρον χωρίον Τζούγκορι
καλούμενον, τὸ ὁποῖον εἶχον τζηφλήκιον, τὰ δάση, τὰ λειβάδια, τοὺς μύλους
καὶ τὰ ἐν τῷ χωρίῳ Μηρίτζα καλούμενον κείμενα κτήματά του
... οἰκίας, ἀμπέλους καὶ ἀγροὺς ἐκτάσεως μεγίστης, ἐδημεύθησαν ἅπαντα
ὑπό τῆς ὑψηλῆς
πύλης φέροντα ἅπαντα
ἀξίαν ἀνωτέραν τῶν τριακοσίων... χιλιάδων δραχμῶν. ἐπίσης ἡ κινητὴ καὶ ἡ ἀκίνητος περιουσία του, ἀξίας οὐ μικρᾶς, διερπάγη ὑπὸ
τῶν Τούρκων ...». Επίσης, η
εγγονή του Νάσιου Μάνδαλου, Αθηνά, επιβεβαιώνει το 1865 ότι οι εύποροι Μανδαλαίοι διέθεταν «... περιουσίαν κολοσσιαίαν τὴν ὁποίαν ἐδήμευσεν ἡ Ὀθωμανική
ἐξουσία, καὶ ἡ ἀξία μόνης τῆς ἀκινήτου ὑπερβαίνει τοῦ ἑνός ἑκατομυρίου γροσίων τουρκικῶν.».
Οι Μανδαλαίοι είχαν ένα αρματολίκι υπό τον έλεγχό τους, το οποίο διατηρούσαν «πρὸ τριῶν αιώνων» και εκτεινόταν από την Πίνδο έως τα Χάσια, δηλ. τη Μερίτσα και το Τσιούγκουρο, ενώ άλλες οικογένειες
κλεφταρματολών, όπως οι Ψειρραίοι, Βλαχαβαίοι κατείχαν το άλλο μέρος των Χασίων.
Σύμφωνα με έναν πίνακα των «επισημότερων καπιτανάτων» στη Μονή Σταγιάδων, το 1835 αναφέρεται ο καπετάνιος Μάνδαλος με έδρα το Κριάτσοβο και 100 παλικάρια.
Ο Νάσιος
Μάνδαλος διαδέχτηκε τον πατέρα του στο αρματολίκι. Παιδιά του ήταν:
α) ο Γιαννούλας, σύζυγος της κόρης του Ζαρκαλή Στορνάρη που κατείχε το αρματολίκι
Ασπροποτάμου, β) ο Πέτρος, που το
1854 διέμενε με τον πατέρα του στη Λαμία, και γ) μια κόρη, σύζυγος
του αρματολού Γρεβενών
Θεοδώρου Ζιάκα. Κατά τον Παπαδημητρίου «ο Νάσιος Μάνταλος... (1745 – 1855) ... ήταν γόνος οικογενείας του Περιβολίου, κλάδος
της οποίας είχε εγκατασταθεί στη Μερίτσα της Καλαμπάκας... Έλαβε το επώνυμο
του Κλέφτη του 18ου αιώνα που είχε φονευθεί από τους Τούρκους (1712)».
Το 1819 ο Νάσιος Μάνδαλος (74 ετών) μυείται στη Φιλική Εταιρεία από τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, αγωνιστή του 1821. Με την κήρυξη της Επαναστάσεως στον Ασπροπόταμο (Ιούλιος 1821) ο οπλαρχηγός των Χασίων Νάσιος Μάνδαλος, μαζί με άλλους, βοηθάει τον συμπέθερό του, τον Νικολό Στορνάρη. Το 1822-1823 οι Μανδαλαίοι, Νάσιος και ο γιος του, Γιαννούλας, βρίσκονται στον Ασπροπόταμο, από όπου ο Νάσιος διώχνει τους Τούρκους προς την Πόρτα (Πύλη) Τρικάλων.
Τα
επόμενα χρόνια ο Νάσιος τα περνάει στο αρματολίκι του στα Χάσια. Σύμφωνα με μια επιστολή των
Στορνάρη και Λιακατά προς τον Μαυροκορδάτο στις 13 Αυγούστου
1824 οι Χασιώτες καπεταναίοι ζητούν οδηγίες για συντονισμό τού αγώνα:
«...Κατάλαβε καὶ
ἀπὸ τὸ ἐσώκλειστον γράμμα, ὁποῦ μοῦ
γράφει ὁ Καπ(ετάν) Νάσος (Μάνταλος), ὅτι ὅλοι οἱ
καπετανέοι καρτεροῦν τὶ νὰ τοὺς εἰποῦμεν, καὶ εἶναι καλὸν νὰ τοὺς
γράψετε ὅλους χωριστά».
Δυστυχώς, δεν λείπουν και οι εμφύλιοι σπαραγμοί, διενέξεις, προσωπικές αντιζηλίες μεταξύ των κλεφταρματολών αγωνιστών για
την πολιτική, οικονομική κυριαρχία και επιρροή τους στα αρματολίκια που ήταν οργανικά τμήματα της οθωμανικής εξουσίας. Αυτό συνέβη και στα Χάσια στο διάστημα του Αγώνα, ιδιαίτερα μεταξύ Μανδαλαίων και Ψειραίων.
Ο Στρατηγός Νάσιος Μάνδαλος
Στις
27 Φεβρουαρίου 1825 ο Νάσιος ζητάει από την κυβέρνηση βαθμό και μισθούς για τους στρατιώτες του. Η Σεβαστή Διοίκησις (δηλ. η Κυβέρνηση) σε έγγραφό της «Πρὸς τὴν ἐν Μεσολογγίῳ
ἐνεργοῦσαν Τριμελῆ Ἐπιτροπήν» στις 14 Απριλίου 1825 αναφέρει ότι «... ἡ Σεβαστὴ
Διοίκησις, διὰ τοῦ Ὑπουργείου τούτου προβιβάσασα τὸν Νάσον Μάνδαλον
εἰς τὸν βαθμὸν τῆς στρατηγίας διέταξε συγχρόνως αὐτὸν...
ὃπως στρατολογήσας ἑκατὸν πεντήκοντα στρατιώτας ἀπέλθῃ αὐτόσε
ὑπὸ τὴν ὁδηγίαν τοῦ στρατηγοῦ Νικολάου Στορνάρη...». Τον Αύγουστο του 1826, ο Νάσιος Μάνδαλος υπερασπίζεται τον Άρειο
Πάγο και στις 27/28 Αυγούστου 1826 την
Ακρόπολη.
Μετά από τα γεγονότα
στην Ακρόπολη ο Νάσιος Μάνδαλος
αποσύρεται στο αρματολίκι του στα Χάσια μέχρι το 1830, γλυτώνει από παγίδα-σφαγή στα Τρίκαλα, ενώ ο αγάς
των Γρεβενών διώκει τον Νάσιο Μάνδαλο, γιατί είναι ο πεθερός τού Θεοδώρου Ζιάκα.
Το σχετικό δημοτικό
τραγούδι «Νάσιος Μάνταλος»
εξυμνεί την παληκαριά
του Νάσιου στον πόλεμο και την ευφυία του, να ξεφεύγει από παγίδες: «[...] Ὁ Νάσος κάνει πόλεμο μέ τόν Χασάνη Γκέκα.Τρεῖς μέρες ἐπολέμησε, τρεῖς μέρες
καί τρεῖς νύχτες,χωρίς ψωμί, χωρίς
νερό, χωρίς καμμιά βοήθεια. Πρός τά χαράματα τ΄ς αὐγῆς μέ τό σπαθί στό
χέρι, κόκκινον δρόμον ἄνοιξε κι ἄφηκαν γειά
στά Χάσια».
Στο τσιφλίκι του, Τσούγκουρο, υπάρχει μια σπηλιά όπου κρυβόταν ο Νάσιος και τη λένε η «Σπηλιά τού Μάνδαλου». Κι εμείς έχουμε στα
βορειοδυτικά του χωριού μας μια σπηλιά-κρυψώνα όπου μάλλον θα κρυβόταν Νάσιος.
Τον Απρίλιο του 1831 ο Νάσιος Μάνδαλος με τον γαμπρό του Θ. Ζιάκα και με σώμα 300 ανδρών εισβάλλουν στα Γρεβενά. Μετά κατεβαίνει στη Νότια Ελλάδα και γίνεται οπαδός του Ι. Καποδίστρια. Η δολοφονία του πρώτου εκλεγμένου κυβερνήτη της Ελλάδας, Καποδίστρια, το 1832 βρίσκει τον Νάσιο στο αντίπαλο στρατόπεδο. Τον Οκτώβριο 1835 ο Νάσιος Μάνδαλος με τον γαμπρό του Θεόδωρο Ζιάκα μεταβαίνουν στη Στερεά Ελλάδα και στις 11 Μαΐου 1836 και οι δυο αφήνουν τις οικογένειές τους στη Λαμία και θέλουν να επιστρέψουν στα αρματολίκια τους.
Οι προσωπικές διενέξεις με άλλους οπλαρχηγούς-κλεφταρματολούς έφτασαν στο σημείο, ώστε ο Νικ. Μπλαχάβας να βοηθήσει τους Τούρκους όταν επιχείρησαν να εκδιώξουν τον Νάσιο Μάνδαλο από τα Χάσια.
Το 1836 ο
Νάσιος Μάνδαλος γίνεται μέλος μυστικής εταιρείας, ανάλογης της Φιλικής Εταιρείας, για την απελευθέρωση Θεσσαλίας και
Μακεδονίας, και εργάζεται πυρετωδώς για την επίτευξη αυτού του στόχου. Σε ηλικία σχεδόν 98 χρονών το 1843 ο Νάσιος Μάνδαλος βρίσκεται ήδη πάλι στη Θεσσαλία. Οι
τουρκικές αρχές στα Τρίκαλα
πληροφορούνται την εκεί παρουσία του και φοβούμενοι κάποια επικείμενη δράση του, συλλαμβάνουν τον Νάσιο Μάνδαλο στο τέλος του 1843 και τον φυλακίζουν στα Τρίκαλα, όπως τεκμηριώνεται σε έγγραφο της Ελληνικής Πρεσβείας
της Κωνσταντινουπόλεως προς το
Υπουργείο Εξωτερικών: «... ὁ Ναμὶν Πασάς,
ὢν Διοικητὴς Τρικάλων,
εἶχε φυλακίσει δύο ὑπηκόους Ἕλληνας, τὸν Δοξαρὰν καὶ τὸν Νάσον Μάνταλον, ἐπὶ προφάσει ὅτι τοὺς εἶχε ὑποπτεύσει ὡς βουλομένους νὰ
διαταράξωσι τὴν ἡσυχίαν τῶν πρὸς τὰ μεθόρια
ἐπαρχιῶν τοῦ ὀθωμανικοῦ κράτους. 5
Δεκεμβρίου 1843».. Με μεσολάβηση του Υπουργείου Εξωτερικών αποφυλακίζεται και επιστρέφει στη Λαμία.
Την Άνοιξη του 1844 ο Νάσιος Μάνδαλος με τους Θ. Ζιάκα και Καταραχιά συγκροτεί σώμα 500-600 ανδρών και εισχωρούν από τα Άγραφα στη σκλαβωμένη Θεσσαλία για ξεσηκωμό των Θεσσαλών. Ο Νάσιος Μάνδαλος είναι σχεδόν 100 χρονών. Τόση αναστάτωση πρέπει να προκάλεσε στις οθωμανικές αρχές αυτή η εισβολή ώστε,
«τοῦτο ἐπροξένησε μέγιστον
κρότον καὶ πανικὸν
φόβου εἰς τὰς τουρκικὰς ἀρχὰς, αἱ ὁποῖαι ἔστειλαν ἀπὸ Τρίκαλα μίαν μοίραν στρατευμάτων κατ’ αὐτῶν, ἐτοιμάζονται καὶ ἐνταῦθα διὰ νὰ ἀποστείλουν εἰς τὰ ἐκεῖ Ἁλβανοὺς πολλοὺς
πρὸς ὀχύρωσιν τῶν μεθορίων». Ο
τότε βασιλιάς Όθων το 1844 χορηγεί στον Γιαννούλα Μάνδαλο το «Αργυρούν Αριστείον», το ανώτατο των αριστείων, για τις υπηρεσίες του στον αγώνα.
Το 1854 ξεσπάει η Επανάσταση στη Θεσσαλία. Ο Νάσιος Μάνδαλος (109 χρονών!!!) με τον γιο του Πέτρο και τον γαμπρό του Θ. Ζιάκα στις 20 Φεβρουαρίου 1854 εισβάλλει από τα Άγραφα στη Θεσσαλία με αρχηγό των κλεφταρματολών Γιώργο Καταραχιά.
Σε
μια επιστολή του από 20 Φεβρουαρίου 1854 ο συνταγματάρχης Ε. Μ. Κοντογιάννης εκφράζει τον
ενθουσιασμό του λαού για την επανάσταση
στη Θεσσαλία και περιγράφει εύστοχα τα αισθήματα του υπεραιωνόβιου Νάσιου Μάνδαλου τον οποίον τίποτε και κανείς δεν εμποδίζει, ούτε η ηλικία του, να
μεταβεί από τη Λαμία στην επαναστατημένη πατρίδα
του τη Θεσσαλία. «... Ἐκτός τῶν ... ἐξελθόντων Στρατηγῶν, ἰδιαιτέρως ἀναφέρομεν τὸν γέροντα Νάσιον Μάνταλον
ἐκ Θεσσαλίας. Ὁ γέρων οὗτος, πραγματικῶς φέρων ἡλικίαν μεγαλητέραν τῶν ἑκατὸν ἐτῶν,
ἐστάθη ἀδύνατον νὰ κρατηθῆ. Μ΄ ὅλην αὐτὴν
τὴν γεροντικὴν ἡλικίαν
του ... ἠκολούθησε τὸν στρατὸν τῆς Θεσσαλίας, ὅπου ὑπάρχει ... καὶ ὁ υἱός
του Πέτρος Μάνδαλος... Τὰ τέκνα καὶ οἱ συγγενεῖς
ἠθέλησαν νὰ ἐμποδίσωσι τὸν γέρον Νάσιον,
ὅπως μὴ ἀκολουθήσῃ τὸν στρατόν: “Παιδιά
μου, ἀπήντησε, τίποτε
ἄλλο δὲν παρακαλοῦσα τὸν Θεόν, παρὰ
νὰ μὲ ἀφήσῃ νὰ ἰδῶ καὶ αὐτὴν τὴν ὥραν. Ὁ Θεὸς ἐσυγχώρησε τὰς ἁμαρτίας μου καὶ μὲ ἄφησε νὰ ζήσω, γιὰ νὰ ἰδῶ τὴν ἡμέραν αὐτήν. Τὶ
μὲ ἐμποδίζετε λοιπόν, ἀφ’ οὗ ὁ Θεὸς μὲ
ἀφίνῃ; Θὰ ἒλθω μαζή σας, διότι θέλω νὰ ἦμαι ὄχι ἀκροατής, ἀλλὰ θεατὴς τῶν πράξεών σας διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς πατρίδος μας”. Αν και οι Έλληνες ήταν νικητές στη μάχη της Καλαμπάκας (10 Μαΐου 1854), η επανάσταση στη Θεσσαλία απέτυχε
λόγω διεθνών συγκυριών.
Στις 9
Δεκεμβρίου 1855 ο Νάσιος Μάνδαλος πεθαίνει στη Λαμία υπέργηρος 110 χρονών!!!
Για τους αγώνες του υπέρ της ανεξαρτησίας της Ελλάδας και της
ιδιαίτερης πατρίδας του, της Θεσσαλίας,
νομίζω ότι του αξίζει ο τίτλος «ο
Γέρος των Χασίων, στρατηγός Νάσιος Μάνδαλος».
Ο Αλκιβιάδης Μάνδαλος, εγγονός του Νάσιου Μάνδαλου και γιος του Γιαννούλα Μάνδαλου, γεννήθηκε το 1846 και βαφτίστηκε το 1847 στη Λαμία. Ήταν ορφανός από πατέρα από το 1849 και από μάνα, της οποίας δεν είναι γνωστό το έτος θανάτου. Έχει εγγραφεί, μάλιστα, στα Μητρώα Αρρένων της τότε Μερίτσας, υπ’ αρ. 2 ως
«Επώνυμον: Μάνδαλος, Όνομα: Αλκιβιάδης, Όνομα πατρός αυτού:
Γιαννούλας».
Μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην ελεύθερη Ελλάδα το 1881, ο Αλκιβιάδης Μάνδαλος, εγγεγραμμένος στα μητρώα αρρένων Μερίτσας, εκλέγεται βουλευτής της περιφέρειας Καλαμπάκας στη Βουλή των Ελλήνων για μια τετραετία (20 Δεκ. 1881 - 1885) και διετέλεσε για μακρό χρονικό διάστημα γραμματέας της Βουλής.
Τον υπεραιωνόβιο στρατηγό Νάσιο Μάνδαλο τιμάει ο Δήμος Τρικκαίων στη συνοικία Βαρούσι με την οδό «ΜΑΝΔΑΛΟΥ». Στην Καλαμπάκα υπάρχει οδός «ΑΚΛΚΙΒΙΑΔΗ ΜΑΝΔΑΛΟΥ» και μια άλλη «ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΑΝΔΑΛΟΥ».
Επομένως αποδεικνύεται ότι ο Νάσιος Μάδαλος και γενικότερα οι Μανδαλαίοι της Μερίτσας (Οξύνειας) συνέβαλαν σημαντικά στον
Αγώνα του 1821. Τους αξίζει μια ιδιαίτερη τιμή. Είναι καιρός, λοιπόν, 200 χρόνια μετά το 1821, να τιμήσει και η ιδιαίτερη πατρίδα τους, η Οξύνεια, τη μνήμη των τριών Οξυνειωτών Μανδαλαίων. Υπάρχουν πολλοί τρόποι.
Πανθομολογουμένως, η ιστορική μνήμη, η ιστοριογνωσία, η σφαιρική μελέτη, ο σεβασμός του παρελθόντος και η τιμή των προγόνων χαράζουν και διαμορφώνουν το μέλλον.
Ζήτω η πάντα αγωνιζόμενη Ελλάδα!
Ζήτω το επαναστατικό πνεύμα των Ελλήνων υπέρ της Ελευθερίας!
Ζήτω και ο δικός μας, ο Οξυνειώτης ήρωας, ο Γέρος των Χασίων Νάσιος Μάνδαλος!
Ο Γέρος των Χασίων, Στρατηγός
Νάσιος Μάνδαλος
(1745-1855)
(Σκίτσο: Κώστας Αδάμος)